νεοφερμένος
From LSJ
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
Greek Monolingual
και νιοφερμένος, -η, -ο
αυτός που ήλθε πρόσφατα ή αυτός που τον έφεραν πρόσφατα, νιόφερτος.
Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart
και νιοφερμένος, -η, -ο
αυτός που ήλθε πρόσφατα ή αυτός που τον έφεραν πρόσφατα, νιόφερτος.