ξενοβλάστες

From LSJ

παραβλύζειν τοῦ οἴνου ἐν τῷ ὕπνωdisgorge wine in one's sleep, belch a bit of wine in one's sleep

Source

Greek Monolingual

οι
(πετρογρ.) κρύσταλλοι ορυκτών που εμφανίζουν ιδιόμορφη ανάπτυξη, χωρίς όμως περατωτικές έδρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. xenoblast < ξένος + βλαστός.