ξυλογαϊδάρα

From LSJ

Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)

Source

Greek Monolingual

η
1. ξύλινο γυμναστικό όργανο, ίππος
2. (υβριστικά) ψηλή, αδύνατη και άχαρη γυναίκα.