Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε → Audi libenter, ipse adhuc iuvenis, senes → Als junger Mann hör' gerne auf die Älteren
ὀξυκόμμι, τὸ (Α)είδος κόμμεως.[ΕΤΥΜΟΛ. < οξυ- + κόμμι.