πλευροκόπηση
From LSJ
Εὔτολμος εἶναι κρῖνε, τολμηρὸς δὲ μή → Audentiam tibi sume, non audaciam → Entschlossen zeige Mut, doch nicht Verwegenheit
Greek Monolingual
η, Ν πλευροκοπώ
στρ. η προσβολή του πλευρού του εχθρού με πυρά.
Εὔτολμος εἶναι κρῖνε, τολμηρὸς δὲ μή → Audentiam tibi sume, non audaciam → Entschlossen zeige Mut, doch nicht Verwegenheit
η, Ν πλευροκοπώ
στρ. η προσβολή του πλευρού του εχθρού με πυρά.