προσκεφάλι

From LSJ

τὰ ἐς τὴν κοιλίην ἀποκρινόμενα → gastric secretions

Source

Greek Monolingual

το, Ν
το προσκέφαλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσκέφαλο κατά τα ουδ. σε -ι].