ρινοκόλλητος
From LSJ
τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis
-ον, Α
κατασκευασμένος από συγκολλημένα δέρματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥινός «δέρμα» + -κόλλητος (< κολλητός < κολλῶ), πρβλ. λιθο-κόλλητος].