σκευαγωγά

From LSJ

μὴ πόνει, ὦ Ξάνθια, ἀλλὰ ἔλθε δεῦρο → Don't keep suffering, Xanthias, but come here.

Source

Russian (Dvoretsky)

σκευᾰγωγά: τά вьючные животные (σ. καὶ ἅμοιξαι Plut.).