σπαργνόομαι

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source

Greek (Liddell-Scott)

σπαργνόομαι: Ἐπικ. ἀντὶ σπαργανόομαι, κατά τινας ἐν Χρησμ. Σιβ. 8. 478.