στασιῶδες
From LSJ
Χρόνος δ' ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει → Diesque celat omnia atque oblitterat → Die Zeit verdunkelt alles, gibt's dem Vergessen preis
Russian (Dvoretsky)
στᾰσιῶδες: τό неспокойный характер, мятежность (τῆς δυνάμεως Polyb.; σ. καὶ μοχθηρόν Arst.).