στεφανοφορία

From LSJ

Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us

Apollonius of Rhodes, Argonautica, 3.1129f.

German (Pape)

[Seite 940] u. στεφανοφόρος, schlechtere Formen statt σ τεφανηφορέω u. s. w., s. Lob. Phryn. 650.

Greek Monolingual

ἡ, Α
βλ. στεφανηφορία.