γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want
-η, -ο, Νπολύ γερός, πολύ υγιής.[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τετρ(α)- + γερός].