υπέρσοφος

From LSJ

Ἡ βουλὴ καὶ ὁ δῆμος ἐτίμησεν... → The Council and the People honored... (inscription in the Roman city of Aizonai)

Source

Greek Monolingual

-η, -ο / ὑπέρσοφος, -ον, ΝΜΑ σοφός
πάρα πολύ σοφός, πάνσοφος.
επίρρ...
ὑπερσόφως Μ
με υπέρσοφο τρόπο.