υπεργεμίζω
From LSJ
Γνώμη γερόντων ἀσφαλεστέρα νέων → Senum quam iuvenum monita attendes tutius → Der Alten Rat und Meinung birgt mehr Sicherheit
Greek Monolingual
ὑπεργεμίζω ΝΜΑ
γεμίζω κάτι περισσότερο από όσο επιτρέπει κανονικά η χωρητικότητά του.