φίλντισι
From LSJ
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
Greek Monolingual
και φίλδισι, το, Ν
1. ελεφαντόδοντο
2. μάργαρος, σεντέφι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. fil-disi.