ἀσαρός

From LSJ

πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει → all men naturally desire knowledge

Source

Greek (Liddell-Scott)

ἀσᾱρός: Αἰολ. ἀντὶ ἀσηρός.

Russian (Dvoretsky)

ἀσᾱρός: дор. = ἀσηρός.