Πονηρὸν ἄνδρα μηδέποτε ποιοῦ φίλον (μηδέπω κτήσῃ φίλον) → Tibi numquam amicum facito moratum male → Nimm niemals einen schlechten Mann zum Freunde dir
ἱπποποίητος: -ον, προξενηθεὶς ὑπὸ ἵππου, κήρ Σχόλ. εἰς Ἀνθ. Π. τ. 3. σ. 822.
κήρ, durch ein Pferd bewirkt, Iac. Anth. vol. 7 p. 18.