ὑπανέμιος

From LSJ

θανάτου τῆς ζημίας ἐπικειμένης → the penalty is death

Source

Greek Monotonic

ὑπᾱνέμιος: Δωρ. αντί του ὑπηνέμιος.

Russian (Dvoretsky)

ὑπᾱνέμιος: дор. = ὑπηνέμιος.