proclamación
From LSJ
Ξένος πεφυκὼς τοὺς ξενηδόχους (ξενίζοντας) σέβου → Honorem habe, peregrine, susceptoribus → Als Gast erweise dem, der dich bewirtet, Ehr
Spanish > Greek
ἀνάγγελμα, ἐκλάλησις, ἀνάδειξις, ἀνάρρημα, ἀνάρρησις, ἐκκηρυγμός, εἰσκήρυξις, ἐκβόητος, ἀνακήρυξις, ἐξαγόρευσις, κήρυγμα