-η, -οαυτός που δεν έχει εφαρμοστεί ή δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί.[ΕΤΥΜΟΛ. < εφαρμόζω. Η. λ. μαρτυρείται στον ποιητή Π. Σούτσο].