ἰδίᾳ
German (Pape)
[Seite 1235] s. ἴδιος.
Greek (Liddell-Scott)
ἰδίᾳ: ἴδε ἴδιος VI. 2.
French (Bailly abrégé)
adv.
v. ἴδιος.
Greek Monolingual
επίρρ. βλ. ίδιος (II).
[Seite 1235] s. ἴδιος.
ἰδίᾳ: ἴδε ἴδιος VI. 2.
adv.
v. ἴδιος.
επίρρ. βλ. ίδιος (II).