ὁ,
A lover of old women, Sch.Ar.Pax812.
[Seite 505] alten Weibern lieb, Schol. Ar. Pax 812.
γρᾱόφῐλος: ὁ, ὁ ἀγαπῶν γραίας, Σχόλ. Ἀριστοφ. Εἰρ. 812.
γραόφιλος, ο (Μ)εραστής γριάς γυναίκας.