κοσμοποιία

Revision as of 07:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)

English (LSJ)

ἡ,

   A creation, Arist.Metaph.985a19, Stoic.2.191, Str. 15.1.59, Ph.1.1, Dam.Pr.270, etc.    2 title of a work by Empedocles, Arist.Ph.196a22; applied to the opening chapters of Genesis, Ph. l.c.    II = κόσμησις, CPHerm.p.79 W.

Greek (Liddell-Scott)

κοσμοποιία: ἡ δημιουργία, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 4, 5· ― ὄνομα ἔργου τινὸς τοῦ Ἐμπεδοκλέους, ὁ αὐτ. ἐν Φυσ. 2. 4, 5· πρβλ. κοσμογονία.

Spanish

creación del mundo

Greek Monolingual

κοσμοποιΐα, ἡ (ΑM) κοσμοποιός
η δημιουργία του κόσμου («Ἀναξαγόρας... νοῡν καὶ θεὸν πρῶτος ἐπαγαγόμενος τῇ κοσμοποιΐα», Θεμίστ.)
αρχ.
1. κόσμηση, στολισμός
2. τίτλος συγγράμματος του Εμπεδοκλέους.