μειόκαινος

Revision as of 07:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (24)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

-η, -ο θηλ. και -ος
το ουδ. ως ουσ. το μειόκαινο
γεωλ. μεγάλη παγκόσμια υποδιαίρεση της τριτογενούς περιόδου και τών πετρωμάτων της, που ακολουθεί το ολιγόκαινο και προηγείται του πλειοκαίνου και υποδιαιρείται σε έξι βαθμίδες.