παγοδρόμος
Greek Monolingual
ο
αθλητής που ασχολείται με την παγοδρομία, πατινέρ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάγος + δρόμος. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
ο
αθλητής που ασχολείται με την παγοδρομία, πατινέρ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάγος + δρόμος. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].