πριμουλίδες

Revision as of 12:20, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (34)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

οι, Ν
βοτ. οικογένεια αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην τάξη πριμουλώδη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. primulaceae < νεολατ, primula (veris) «αυτό που γεννιέται πρώτο την άνοιξη» < λατ. primulus, υποκορ. του primus «πρώτος»].