ες,
A in folds or layers, Arist.HA541b27.
[Seite 812] ες, faltig, mit vielen Falten, Schichten, Lagen, Arist. H. A. 5, 7.
πτῠχώδης: -ες, ὁ ἔχων πτυχάς, ὁ πλήρης πτυχῶν, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 7, 2.
-ες / πτυχώδης, -ῶδες, ΝΜΑ πτυχήγεμάτος πτυχές.