Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
[Seite 915] ἡ, = σπάθη 4.
σπᾰθία: ἡ, κτύπημα διὰ σπάθης, «σπαθιά», Achmes Ὀνειροκρ. 119, 249, Βυζ.
η / σπαθία, ΝΜ, και σπαθέα Μχτύπημα με σπαθί, καθώς και το τραύμα που δημιουργείται από αυτό.[ΕΤΥΜΟΛ. < σπαθίον + κατάλ. -έα / -ιά (πρβλ. μαχαιρ-ιά)].