φοινικίδες

Revision as of 12:44, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (45)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

οι, Ν
βοτ. η μοναδική οικογένεια της τάξης αγγειόσπερμων μονοκότυλων φυτών αρεκώδη, η οποία περιλαμβάνει τους φοίνικες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φοῖνιξ (III), -οίνικος «είδος δένδρου». Η λ. είναι απόδοση στην ελλ. διεθνούς επιστημον. όρου, πρβλ. νεολατ. palmaceae].