Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ὁ,
A = τετράρχης (q.v.).
τέτραρχος: ὁ, = τετράρχης, Πλούτ. 2. 768D.
ὁ, Αο τετράρχης.[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -αρχος].