τέτταρες
German (Pape)
[Seite 1100] οἱ, αἱ, τέτταρα, τά, att. statt τέσσαρες, vier.
French (Bailly abrégé)
att. c. τέσσαρες.
Greek Monolingual
Α
(αττ. τ.) βλ. τέσσερεις.
[Seite 1100] οἱ, αἱ, τέτταρα, τά, att. statt τέσσαρες, vier.
att. c. τέσσαρες.
Α
(αττ. τ.) βλ. τέσσερεις.