υπωνύχιο

Revision as of 12:53, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (44)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το, Ν
κεράτινος υμένας που περιβάλλει την επιφάνεια που βρίσκεται κάτω από την κορυφή του νυχιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hyponychium < υπ(ο)- + όνυξ, -υχος].