τυραννοκτονία

Revision as of 12:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (42)

English (LSJ)

ἡ,

   A the slaying of a tyrant, Ph. ap. Eus.PE 8.14, J.AJ19.1.10, Plu.Pel.34, Luc. Tyr.22.

Greek (Liddell-Scott)

τυραννοκτονία: ἡ, ὁ φόνος τυράννου, Λουκ. Τυραννοκτόνος 22, Πλούτ., κλπ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 99.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
meurtre d’un tyran.
Étymologie: τυραννοκτόνος.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ τυραννοκτόνος
φόνος τυράννου.