ίδος, ἡ,
A = φολίς, λεπίς, Hsch., cj. in Emp.82.
[Seite 1293] ἡ, = φολίς, λεπίς, Hesych.
φλονίς: -ίδος, ἡ, = φολίς, λεπὶς Ἡσύχ.
-ίδος, ἡ, Α(κατά τον Ησύχ.) «φολίς, λεπίς».