χιάς

Revision as of 13:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (46)

English (LSJ)

άδος, ἡ,

   A = Χῖος 11, Poll.9.100.

Greek (Liddell-Scott)

χιάς: -άδος, ἡ, ἴδε ἐν λ. Χῖος ΙΙ.

Greek Monolingual

-άδος, ἡ, Α
ονομασία του παιχνιδιού με τους αστραγάλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χῖος «αστράγαλος» + κατάλ. -άς, -άδος (πρβλ. θαμν-άς)].