Ion. for εὐλάβεια.
[Seite 1077] ἡ, poet. = εὐλάβεια, Theogn. 118 u. Aret.
εὐλᾰβίη: Ἰων. ἀντὶ εὐλάβεια.
εὐλαβίη, ἡ (Α)ιων. τ. του εὐλάβεια.
εὐλᾰβίη: Ιων. αντί εὐλάβεια.