Ναύπακτος

Revision as of 00:24, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

English (LSJ)

ἡ, (ναῦς, πήγνυμι)

   A Naupactus, on the north of the gulf of Corinth, Th.2.91:—Adj. Ναυπάκτιος, α, ον, A.Supp.262, etc.

Greek (Liddell-Scott)

Ναύπακτος: ἡ, (ναῦς, πήγνυμι) πόλις τις ἐπὶ τῆς βορείου παραλίας τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου, Θουκ. 2. 91· ― ἐπίθετ. Ναυπάκτιος, α, ον, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 292, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ου (ἡ) :
Naupacte (Lépante), ville sur le golfe de Corinthe.
Étymologie: ναῦς, πήγνυμι.

Greek Monotonic

Ναύπακτος: ἡ (ναῦς, πήγνυμι), πόλη στη βόρεια ακτή του Κορινθιακού κόλπου, σε Θουκ.