τέτευχα

Revision as of 07:32, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4b)

French (Bailly abrégé)

pf. épq. et ion. de τεύχω;
pf. épq. et ion. de τυγχάνω.

Greek Monotonic

τέτευχα:I. παρακ. του τυγχάνω.
II. παρακ. του τεύχω.

Russian (Dvoretsky)

τέτευχα: I эп. pf. к τεύχω.
II эп. pf. к τυγχάνω.