συναοιδός

Revision as of 09:16, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

German (Pape)

[Seite 1001] = συνῳδός, Νύμφαι, Eur. Herc. fur. 787.

Greek (Liddell-Scott)

συναοιδός: όν (ἢ συνάοιδος, Ἀρκάδ. 18), = συνῳδός, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 787.

Greek Monolingual

-όν, Α
βλ. συνῳδός.

Greek Monolingual

-όν, Α
βλ. συνῳδός.

Greek Monotonic

συναοιδός: -όν, = συνῳδός, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

συναοιδός: Eur. = συνῳδός.