[Seite 695] ακος, ὁ, dor. = δόναξ, Theocr. 20, 29.
δῶναξ: ὁ, Δωρ. ἀντὶ δόναξ, Θεόκρ. 20. 29.
δῶναξ: ὁ, Δωρ. αντί δόναξ.
δῶναξ: ακος ὁ Theocr. = δόναξ.