περιστάθη

Revision as of 02:12, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (3b)

English (LSJ)

   A v. περιίστημι.

Greek (Liddell-Scott)

περιστάθη: ἴδε περιίστημι.

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. ao. Pass. poét. de περιΐστημι.

English (Autenrieth)

see περιίστημι.

Greek Monotonic

περιστάθη: Επικ. γʹ ενικ. Παθ. αορ. αʹ του περιίστημι.

Russian (Dvoretsky)

περιστάθη: эп. 3 л. sing. aor. pass. к περιΐστημι.