ου, Dor. -τας, ὁ, -βουκόλος, Call.Fr.157, Choerob.in An.Ox.1.184, Hsch.; but βουνιτῇσι· τοῖς βουκόλοις, Suid.
[Seite 469] = βούτης, Callim. frg. 157, l. d.
βωνίτης: Δωρ. άντὶ βουνίτης.
v. βουνίτης.
See also: s. βουνός