σφακέλωμα

Revision as of 11:55, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "————————" to "<br />")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

(I)
το, Ν σφακελούμαι
γάγγραινα.
(II)
το / σφακέλωμαν, ΝΜ
βλ. φασκέλωμα.
(III)
το, Ν
(μυκητ.) γένος δευτερομυκήτων που ανήκει στην τάξη μελανκονιώδη της κλάσης κοιλομύκητες και περιλαμβάνει 50 περίπου κοσμοπολίτικα είδη.