εξέτι

Revision as of 12:35, 15 February 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

ἐξέτι και ἐξ ἔτι (Α) έτι
(πρόθεση που συντάσσεται με γενική)
1. ακόμη και από τότε, από εκείνο τον χρόνο
2. φρ. α) «ἐξ ἔτι τοῦ, ὅτε...» — ακόμη και από εκείνο τον χρόνο, όταν... β) «ἐξέτι πατρῶν» — από τον καιρό τών προγόνων, ανέκαθεν.