ἠπερόπευμα

Revision as of 16:20, 29 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

English (LSJ)

ατος, τό,

   A cozener, γυναικῶν Critias 1.3 D.

German (Pape)

[Seite 1174] τό, Betrug, γυναικῶν, Anakreon, der die Frauen berückt, Critias bei Ath. XIII, 600 d, = Folgdm.

Greek (Liddell-Scott)

ἠπερόπευμα: τό, ἀπάτη, «ξεμυάλισμα», γυναικῶν ἠπερόπευμα καλεῖται ὁ Ἀνακρέων ὡς δελεάζων τὰς γυναῖκας, Κριτίας 7. 3.

Greek Monolingual

ἠπερόπευμα, το (Α) ηπεροπεύω
το ξεγέλασμα, το ξεμυάλισμα γυναίκας από γοητευτικό άντρα.