ἰκτερίτης

Revision as of 16:35, 29 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

English (LSJ)

=

   A rosmarinum, ibid.; but ἰκτερ-ῖτις, Ps.-Dsc.3.75, Apul.Herb.80 (v.l. -es

Greek Monolingual

ἰκτερίτης, ὁ και θηλ. ἰκτερῑτις (Α)
το φυτό δεντρολίβανο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴκτερος
το φυτό χρησιμοποιούνταν ως φάρμακο κατά του ικτέρου].