ῆρος, ὁ,
A mower, reaper, Lyc.840.
[Seite 1201] ῆρος, ὁ, der Schnitter, Ernter, Lycophr. 840.
θεριστήρ: ῆρος, ὁ, = θεριστής, Λυκόφρ. 840.
θεριστήρ, ὁ (Α) θερίζωο θεριστής.