[ᾰ], τό,
A armoury, arsenal, Str.15.1.52.
[Seite 361] τό, Ort zum Aufbewahren der Waffen, Zeughaus, Strab. XV.
ὁπλοφῠλάκιον: τό, τόπος ἔνθα φυλάττονται ὅπλα, ὁπλοθήκη, Στράβ. 709.