ου, ὁ, (ταὧς)
A peacock stone, = πάγχρους, Cyran.38.
ὁ, Απάγχρους.[ΕΤΥΜΟΛ. < ταώς «παγώνι» + κατάλ. -ίτης (πρβλ. ονυχ-ίτης)].