Adv., poet. form of ἀγρόνδε, Call.Fr.26.
[Seite 22] Callim. frg. 26 für ἀγρόνδε, auf das Land.
ἄγρᾰδε: ἐπίρρ., ποιητ. τύπος τοῦ ἀγρόνδε Καλλ. Ἀποσπ. 26.
(ἄγρᾰδε)adv. al campo ἄγραδε τῷ πάσῃσιν ἐπὶ προχάνῃσιν ἐφοίτα Call.Fr.72.